26 Οκτωβρίου 2018

ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ 28ης ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1940




ΤΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΤΩΠΟ 

 Τα γράµµατα από το µέτωπο µας µαθαίνουν την αληθινή ιστορία του πολέµου του 1940. Οι
Έλληνες στρατιώτες έγραφαν στη µάνα τους, στη γυναίκα τους, στα παιδιά τους, χωρίς ωραίες
λέξεις, απλά µε τη καρδιά τους. Έγραφαν µε µατωµένα δάκτυλα, µε επιδέσµους στο κεφάλι, µε
βιασύνη, γιατί ο εχθρός ήταν κοντά και ο ήχος των πυροβόλων συνόδευε τον αγώνα τους. Κάποια
σφαίρα απειλούσε να διακόψει τις σκέψεις τους κάθε στιγµή και να βάλει τέλος στη ζωή τους. Ο
πόνος, οι κακουχίες του πολέµου, οι προβληµατισµοί για το νόηµά του, η εφιαλτική µοναξιά, αλλά
και η απέραντη δύναµη της ψυχής τους και η πίστη τους ότι αγωνίζονται για τα ιδανικά της
ελευθερίας, της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και τα δίκαια της πατρίδας αποτυπώνονται σε αυτά τα
γράµµατα της οδύνης και της ελπίδας.


 Ένα από αυτά είναι και το παρακάτω κείµενο, απόσπασµα από το ηµερολόγιο ενός δασκάλου που
υπηρετούσε στο µέτωπο.

" Βασανίζω το µυαλό µου, σπάζω το κεφάλι µου, εδώ στη µοναξιά, να καταλάβω γιατί υπάρχει
πόλεµος. ∆εν µπορώ να δώσω καµιά λογική εξήγηση. ∆ε βγάζω κανένα θετικό συµπέρασµα. Πού είναι τα ωραία λόγια του Χριστού για αγάπη και ειρήνη, που χωρίς ντροπή υποκρίνουνται ότι
πιστεύουν µεγαλόσχηµοι ηγέτες λαών;

Ο τρελός ο Μουσολίνι µας έφερε εδώ πάνου, για να δοξάσει τον εαυτό του και την Ιταλία.

Ονειρεύεται να ανακηρυχτεί επίγειος θεός, όπως οι Ρωµαίοι αυτοκράτορες.

 Στα ίδια σχιζοφρενικά όνειρα ταξιδεύει και η φαντασία του ανισόρροπου Χίτλερ που µέσα στις παρανοικές φαντασιώσεις
θέλει να κυριέψει τον κόσµο όλο

Από τούτων τη µανία και από των κηδεµόνων τους την αχόρταγη
όρεξη για πλουτισµό σέρνουµε οληµερίς κι ολονυχτίς το χορό του κινδύνου.

 Οσοι γλυτώνουµε ζούµε αδιάκοπα ζωή µαρτυρική. 

Μέρες µένουµε νηστικοί. 

Αλλοτε τρώµε λίγη σταφίδα και πίνουµε
λίγο κονιάκ, για να στηλωθούµε. Ξυνόµαστε διαρκώς από τις ψείρες. 

Γδέρνουµε µε λύσσα το πετσί µας. Είµαστε αξύριστοι και ακούρευτοι µέρες ή και µήνες. Εδώ πάνου όλων τη σκέψη βασανίζει το άγνωστο µέλλον.

Εγώ ο κατάδικος των βουνών δεν µπορώ να γλυτώσω από χίλιους εφιάλτες. 

Το διαλογισµό µου τριγυρίζει διαρκώς ο θάνατος.

 Στη µνήµη µου περνάνε συνεχώς εικόνες φρίκης, που µου σαλεύουν
το µυαλό: 

νεκροί εχθροί και δικοί µας µε το σιωπηλό στ΄ανοιχτά µάτια παράπονο του αδικοσκοτωµένου, 
κατακρεουργηµένα, 
σπαραγµένα από τις οβίδες και τις βόµβες σώµατα, 
µικρές λίµνες από αίµα, 

κουφάρια άταφα που αναδίνουν µια απαίσια βρώµα πτωµαίνης και πολυκαιρινής απλυσιάς.

Αχ, αγαπηµένη µου,
 χιλιάκριβη µάνα, 

κάθε ώρα και κάθε στιγµή µε τρώει η αµφιβολία, αν θα µε
ξαναδείς και φαρµακώνω την καρδιά µου µ΄αυτή τη σκέψη 

Αλλά, επειδή ,όσο και να φωνάζω δε θα
µ΄ακούσεις, αποφάσισα να τα πω σ΄αυτό το άψυχο χαρτί που τώρα έχω συντροφιά µου και
παρηγοριά µου.

 Οµως σταµατάω.

Αγαπηµένη µου µάνα, µην κλαις για µένα.


Ο Θεός είναι µαζί µας.

 Ο,τι και να γίνει, εµείς θα
δώσουµε και τη ζωή µας για τη δύστυχη πατρίδα, γιατί οι άτιµοι αυτοί αναίτια, µε το  έτσι θέλω
ζητάνε να µας πάρουν τον τόπο µας, το σπίτι µας, ζητάνε να µας σκλαβώσουν. 

Οχι, δε θα το ανεχτούµε ποτέ, µα ποτέ. Κάλλιο σκοτωµένοι, παρά σκλαβωµένοι. Αλλά πάλι διακόπτω. Πάλι
πέφτουν βλήµατα όλµων. Φαίνεται ότι επεσήµαναν τις θέσεις µας. Τρέχω στα βράχια κι ο Θεός
βοηθός............;"



∆ιασκευή από την ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, ΤΕΥΧΟΣ 08,ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2009
Επιµέλεια: Μουρδούκουτα Ελένη , Σχολική Σύµβουλος ΠΕ02 Ν. Ευρυτανίας